Στο σπήλαιο των ατόφιων ψιθυρισμών
κρατάς δισκοπότηρο ξέχειλα γεμάτο
πλημμυρίδα είσαι, εσένα διψούν
ακοές ψηλαφητές ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
γλαφυρή έκρηξη τρυφερών στοιχείων αφανών
κρατάς δισκοπότηρο ξέχειλα γεμάτο
πλημμυρίδα είσαι, εσένα διψούν
ακοές ψηλαφητές ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
γλαφυρή έκρηξη τρυφερών στοιχείων αφανών
ωσάν πάλκο εξοχής με το σπόρο
να κουρδίζει τις χωμάτινες χορδές του
στης άνοιξης τις νότες τον ύμνο να πετύχει
και δρόμους μουσικούς κατάλληλους
όλο να ξεφαντώσει το σκάσιμο ζωής.
να κουρδίζει τις χωμάτινες χορδές του
στης άνοιξης τις νότες τον ύμνο να πετύχει
και δρόμους μουσικούς κατάλληλους
όλο να ξεφαντώσει το σκάσιμο ζωής.
Στο σπήλαιο των ατόφιων ψιθυρισμών
γαλάζιο κρατήρα θεραπεύεις στους επισκέπτες της στοργής
σα μωράκια τους δέχεσαι σαν αρχόντους τους φιλεύεις
το νέκταρ σου πιό χαρά απ' τους φιλέορτους
πιό θλίψη απ' τις οδύνες
κι ουρανεύεις ηδονές ακόμη κι όταν στους μακρυνούς πόλους
μαύρα σύννεφα ξεψυχάνε τον τελευταίο θάνατο
ζωή στις περπατημένες οράσεις τυφλών ξαναγεννημένων.
γαλάζιο κρατήρα θεραπεύεις στους επισκέπτες της στοργής
σα μωράκια τους δέχεσαι σαν αρχόντους τους φιλεύεις
το νέκταρ σου πιό χαρά απ' τους φιλέορτους
πιό θλίψη απ' τις οδύνες
κι ουρανεύεις ηδονές ακόμη κι όταν στους μακρυνούς πόλους
μαύρα σύννεφα ξεψυχάνε τον τελευταίο θάνατο
ζωή στις περπατημένες οράσεις τυφλών ξαναγεννημένων.
Κρατάς δισκοπότηρο ξέχειλα γεμάτο
με χέρια ιερά σ' αχειροποίητη παστάδα να προσφέρεις
την έντιμη αιώνια πρώτη σου στιγμή στο αντάμωμα
με της ψυχής σου ταιριαστό καλλιεργητή που ερωτευμένος
καίγετε να σου φορέσει ανθοστέφανο πλεγμένο
από εικοσιτέσσερα βοτάνια που την ύπαρξη υμνούν
και με το λάδι τους πριν ξαπλώσετε
στο ερωτικό κρεβάτι το ραντίζει.
με χέρια ιερά σ' αχειροποίητη παστάδα να προσφέρεις
την έντιμη αιώνια πρώτη σου στιγμή στο αντάμωμα
με της ψυχής σου ταιριαστό καλλιεργητή που ερωτευμένος
καίγετε να σου φορέσει ανθοστέφανο πλεγμένο
από εικοσιτέσσερα βοτάνια που την ύπαρξη υμνούν
και με το λάδι τους πριν ξαπλώσετε
στο ερωτικό κρεβάτι το ραντίζει.
Πλημμυρίδα είσαι, εσένα διψούν
φρέσκα αυλάκια που οδηγούν στου έρωτα τ' απέραντα λιβάδια
ίδια κι όλη μέθη ανοιξιάτικης πνοής που αφοσιώνει τη χαρά
στα χρώματα ανθών νερών πουλιών και πεταλούδων
κάτω απ' το βλέμμα ιεροφάντη ήλιου που γνέφει έναρξη χορού
σ' ακοές ψηλαφητές ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
στις ψηλαφητές ακοές μας.
φρέσκα αυλάκια που οδηγούν στου έρωτα τ' απέραντα λιβάδια
ίδια κι όλη μέθη ανοιξιάτικης πνοής που αφοσιώνει τη χαρά
στα χρώματα ανθών νερών πουλιών και πεταλούδων
κάτω απ' το βλέμμα ιεροφάντη ήλιου που γνέφει έναρξη χορού
σ' ακοές ψηλαφητές ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
ίσαμε του έρωτα το μουρμουρητό
στις ψηλαφητές ακοές μας.
Γλαφυρή έκρηξη τρυφερών στοιχείων αφανών
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις...
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις ταυτότητα...
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις ταυτότητα χωρίς κατηγορία...
χωρίς κατηγορία οξύνοων φιλοσόφων
που διακρίνουν τις εποχές των ουρανών.
(ευτυχώς οι αφιλοσόφιτοι δεν σε αγάπησαν)
Σ' αγαπώ επειδή μ' ελευθερώνεις
κοντά σου άφοβα μπορώ να είμαι ειλικρινής
μου χαρίζεις την ελευθερία της ειλικρίνειας
αληθινή! εσύ, σαν τον έρωτα των παραμυθιών
και την αγαπημένη αφοσίωση των πριγκιπισσών.
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις...
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις ταυτότητα...
σ' αγαπώ! γιατί μου δίνεις ταυτότητα χωρίς κατηγορία...
χωρίς κατηγορία οξύνοων φιλοσόφων
που διακρίνουν τις εποχές των ουρανών.
(ευτυχώς οι αφιλοσόφιτοι δεν σε αγάπησαν)
Σ' αγαπώ επειδή μ' ελευθερώνεις
κοντά σου άφοβα μπορώ να είμαι ειλικρινής
μου χαρίζεις την ελευθερία της ειλικρίνειας
αληθινή! εσύ, σαν τον έρωτα των παραμυθιών
και την αγαπημένη αφοσίωση των πριγκιπισσών.
Ωσάν πάλκο εξοχής με το σπόρο
μεταμορφωμένο καλλιτέχνη λαξευτή
σε μιά γεύση επανάστασης στο μέσο
του χωρισμένου των παιδικών χρόνων αγαπημένου τόπου
σε κάτοικους του χωριού της άνω και μετά την άνω εποχή,
στο μέσο, να επαναστατεί την άνθιση της ένωσης
τραγουδώντας: σας υιοθετώ την άνοιξη να γίνετε καλοκαίρι...
σας υιοθετώ την άνοιξη να γίνητε καλοκαίρι!
μεταμορφωμένο καλλιτέχνη λαξευτή
σε μιά γεύση επανάστασης στο μέσο
του χωρισμένου των παιδικών χρόνων αγαπημένου τόπου
σε κάτοικους του χωριού της άνω και μετά την άνω εποχή,
στο μέσο, να επαναστατεί την άνθιση της ένωσης
τραγουδώντας: σας υιοθετώ την άνοιξη να γίνετε καλοκαίρι...
σας υιοθετώ την άνοιξη να γίνητε καλοκαίρι!
Κι όμως! Βλέπετε! Βλέπετε! Ένας σπόρος...
Να κουρδίζει τις χωμάτινες χορδές του
στης άνοιξης τις νότες τον ύμνο να πετύχει
κι απορείτε, ποιόν άραγε ύμνο εμείς ξεχάσαμε
ποια γνώση στα βαθειά του ποταμού της λήθης χάσαμε!
μήπως κάποιου ζωντανού Θεού το άρμα πετάξαμε!
και δεν βρίσκουμε δρόμους μουσικούς κατάλληλους
μέσα του όλο να ξεφαντώσουμε το σκάσιμο ζωής...
Να κουρδίζει τις χωμάτινες χορδές του
στης άνοιξης τις νότες τον ύμνο να πετύχει
κι απορείτε, ποιόν άραγε ύμνο εμείς ξεχάσαμε
ποια γνώση στα βαθειά του ποταμού της λήθης χάσαμε!
μήπως κάποιου ζωντανού Θεού το άρμα πετάξαμε!
και δεν βρίσκουμε δρόμους μουσικούς κατάλληλους
μέσα του όλο να ξεφαντώσουμε το σκάσιμο ζωής...
Ζωή! Ζωή! Ζωή!
Αργά θα είναι όταν σε γνωρίσω και μόνο αυτό γνωρίζω!
Κρυμμένη στα ενδώτερα εσύ
μετά τα τέλη της ταπεινοσύνης
και στις αρχές της ποίησης!
Αργά θα είναι όταν σε γνωρίσω και μόνο αυτό γνωρίζω!
Κρυμμένη στα ενδώτερα εσύ
μετά τα τέλη της ταπεινοσύνης
και στις αρχές της ποίησης!
αφιερωμένο στον Τσαχουρίδη
Ευχαριστώ liondani!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή